- αποκλίσεις, βιολογικές
- Με την ευρεία έννοια, β.α. θεωρούνται όλες οι ανωμαλίες που εμφανίζονται στους οργανισμούς και αφορούν τις μορφολογικές έμφυτες εκτροπές από τους θεμελιώδεις χαρακτήρες τους. Β.α. μπορεί να εμφανιστούν σε ένα όργανο ή σε μια λειτουργία ενός οργανισμού που εκτρέπεται από το φυσιολογικό. Ειδικά στη συστηματική, o όρος εφαρμόζεται σε περιπτώσεις –στον χώρο της ανάπτυξης ή της γενετικής– που εκφεύγουν από το πλαίσιο της κανονικής ποικιλότητας μιας ομάδας και αντιπροσωπεύουν γι’ αυτό μια παρέκκλιση ή ακόμα και μια τερατομορφία. Οι ατομικές αποκλίσεις που οφείλονται σε αίτια γενετικής μπορεί να επαναλαμβάνονται σποραδικά στον πληθυσμό ενός είδους· τέτοιες είναι οι περιπτώσεις του αλβινισμού ή του μελανισμού. Η τεχνητή επιλογή μπορεί να ευνοήσει τη μονιμοποίηση αιφνίδιων αποκλίσεων με φυσικές ή προκαλούμενες μεταλλάξεις και να οδηγήσει έτσι σε μια ποικιλία με οικονομικό ενδιαφέρον, ενώ από βιολογική άποψη θα είναι δύσμορφη ή τερατόμορφη, όπως π.χ. τα κόκκινα ψάρια με τηλεσκοπικούς οφθαλμούς, οι πίνες με σχήμα βεντάλιας ή τα άνθη με ιδιότροπη και πολύ μεγάλη στεφάνη. Συζητήσιμη είναι η εφαρμογή και η χρήση του όρου σε ολόκληρες ομάδες της συστηματικής ταξινόμησης (είδη, γένη και ακόμα οικογένειες και τάξεις) ζώντων και απολιθωμένων οργανισμών, όταν διαφέρουν θεμελιωδώς από τους χαρακτήρες του μέγιστου μέρους της ομάδας που αποτελούν, όπως π.χ. η βόλτζια η γλυπτολέπις από τα απολιθωμένα κωνοφόρα και τα μονοτρήματα (ορνιθόρρυγχος και έχιδνα) από τα θηλαστικά, που ζουν στην Αυστραλία, την Τασμανία και τη Νέα Γουινέα και τα οποία αποτελούν ιδιοτροπίες του ζωικού βασιλείου.
Dictionary of Greek. 2013.